Ο γκρινιάρης στρατιώτης

Στα πλαίσια του πολιτιστικού προγράμματος «μύθι- μύθι παραμύθι, το κουκί και το ρεβίθι» (20../20) διαβάσαμε τον «μολυβένιο Στρατιώτη»  του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν και αλλάξαμε τους ρόλους του καλού και του κακού.  

Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένα αγοράκι που το έλεγαν Άρη και είχε μια αδελφούλα που την έλεγαν Μελίνα. Και ήταν Χριστούγεννα και τους έφεραν δώρα. Στον Άρη έφεραν ένα κουτί με στρατιωτάκια, όμως το ένα στρατιωτάκι είχε ένα πόδι. Στην Μελίνα έφεραν μια κούκλα μπαλαρίνα που δεν της άρεσε κι έλεγε ότι είναι άσχημη. Γι αυτό την πέταξε σε μια άκρη μαζί με τα άλλα παιχνίδια, τα παλιά. Όμως ο Άρης, τι ο ήθελε το στρατιωτάκι.

-Μη στεναχωριέσαι, του έλεγε. Δεν με νοιάζει που έχεις ένα πόδι. Εγώ σε αγαπάω και θα σε παίζω μαζί με τα άλλα.

Το βράδυ τα παιδιά πήγαν να κοιμηθούν και τα παιχνίδια ζωντάνεψαν. Όμως το στρατιωτάκι ήταν κακό και ζήλευε που δεν ήταν σαν τα άλλα κι είχε ένα πόδι, και όλο γκρίνιαζε. Κορόιδευε την μπαλαρίνα που δεν χόρευε πολύ καλά και όλο έπεφτε.

-Είσαι άσχημη, δεν ξέρει να χορεύεις.

Η καημένη η μπαλαρίνα στεναχωριόταν γιατί ήθελε να τον παντρευτεί. Όμως ο στρατιώτης της έλεγε: 

-Δεν σε θέλω.

Μέσα στα παιχνίδια ήταν κι ένας Φασουλής που ήταν πολύ καλός. Είδε τον γκρινιάρη στρατιώτη και του είπε:

-Έλα στο κουτί μου να γίνουμε φίλοι.

-Δεν θέλω να μπω στο κουτί σου. Δεν θέλω κανέναν. Θέλω να είμαι μόνος μου. Δεν σας χρειάζομαι!

Τότε ο στρατιώτης αποφάσισε να φύγει με μια χάρτινη βάρκα στη θάλασσα και να πάει σε μια άλλη χώρα που να μην υπάρχει κανένας.

Τον είδαν δυο παιδάκια που ήταν στο νερό  και του φώναξαν να τον βοηθήσουν, και τους είπε:

-Φύγετε γρήγορα, αφήστε με!. Τους είπε και τους τρόμαξε με το όπλο του. Δεν θέλω να με βοηθήσει κανείς!

Φουρτούνα έπεσε μεγάλη στη θάλασσα και τα κύματα ήταν πολύ ψηλά. Και η βάρκα βούλιαξε και ο στρατιώτης έφτασε στον βυθό. Τον είδε ένα ψάρι, ένα δελφίνι, και του είπε:

-Πως βρέθηκες στον βυθό;

Φύγε, μη μου μιλάς. Δεν θέλω κανέναν!

Ένας ψαράς έριξε το δίχτυ του για να ψαρέψει ψάρια και έπιασε και τον στρατιώτη..  Ο στρατιώτης φοβήθηκε, προσπάθησε να ξεφύγει.

-Βοήθεια, φώναζε. Κάποιος να με σώσει!

Και το δελφίνι είπε:

-Καλά να πάθεις. Τώρα εγώ δεν σε βοηθάω!

Ο ψαράς έβγαλε το δίχτυ και έβγαλε τα ψάρια και τα πούλησε. Η μαγείρισσα πήρε ψάρια και μέσα ήταν ο στρατιώτης. Χάρηκε που τον είδε και φώναξε τον Άρη.

Ο Άρης ήταν πολύ χαρούμενος που βρήκε πάλι το στρατιωτάκι του. Και το στρατιωτάκι ένιωθε άσχημα που φέρθηκε έτσι. Ζήτησε συγνώμη από όλα τα παιχνίδια, κι από τον Φασουλή κι έγιναν οι καλύτεροι φίλοι.

Και πιο πολύ, ζήτησε συγνώμη από την μπαλαρίνα.

-Συγνώμη. Είσαι πολύ καλή και πολύ όμορφη. Και χορεύεις φανταστικά! Θέλεις να παντρευτούμε; Η μπαλαρίνα είπε «ναι» και …έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα!