Το ταξίδι των σκουπιδιών

Μια φορά κι έναν καιρό, σε έναν σκουπιδότοπο είχε πολλά σκουπίδια. Μπουκάλια που είχανε σπασμένο λαιμό, ντενεκεδάκια από αλουμίνιο που ήτανε βρώμικα και τσαλακωμένα, χαρτιά σκισμένα, μπουκάλια πλαστικά (ήταν από σαμπουάν και απορρυπαντικά). Είχε και λάσπες, νερά βρώμικα, χώματα, και σακουλάκια από κρουασάν και μπανανόφλουδες. Είχε και πέτρες. Τα σκουπίδια τα πετάξανε εκεί για να τα θάψουνε μέσα στοχώμα ή να τα κάψουνε άμαδεν χωράνε στη γη, γιατί δεν τα θέλανε. Ήτανε άδεια.

Μια μέρα ακούστηκε μια φωνή. «Θέλω να φύγω από δω, να γλιτώσω από τη μυρωδιά». ήταν ο Λάκης Μπουκαλάκης,  ένα μπουκάλι από κρασί.

«Και που θα πας;» ρώτησε η Κούλα η Σακούλα. «Παντού σκουπίδια έχει! Είναι τεράστιος ο σκουπιδότοπος».

Ο  Λάκης Μπουκαλάκης στεναχωρήθηκε. Τότε ήρθε ένα ποντικάκι για να βρει κάτι να φάει μέσα στα σκουπίδια. Ο ΛάκηςΜπουκαλάκηςτο ρώτησε το ποντικάκι και του είπε: «ποντικάκι μου, ξέρεις τι υπάρχει πέρα μακριά από αυτόν τον σκουπιδότοπο;» Και το ποντικάκι του είπε ότι υπάρχει μια όμορφη πόλη πολύ μακριά από δω, με πολλά λουλούδια και δέντρα και καθαρούς δρόμους και τα σπίτια έχουν κι αυτά πολλά λουλούδια με ωραία χρώματα.  Τότε ο Λάκης Μπουκαλάκης χάρηκε πάρα πολύ και είπε στους φίλους του ότι θα φύγει από το βρώμικο σκουπιδότοπο και θα πάει στην όμορφη πόλη γιατί ήτανε πολύ γενναίος. Τον άκουσε η Ρίτα η Εφημερίδα που ήξερε πολλά πράγματα και του είπε «πάλι θα τους βρωμίσουμε!».  Τότε τους είπε το ποντικάκι «Να πάτε να βρείτε το εργοστάσιο που κάνει τα σκουπίδια καινούρια, καθαρά». «Υπάρχει τέτοιο μέρος; Εκεί θα πάμε» φώναξαν όλα τα σκουπίδια μαζί. Και ο Τάκης ο Κουτάκηςκαι ο Σωτήρης ο Ποτήρης και ο Μένιος ο Αλουμινένιος και η Κούλα η Σακούλα.

Έτσι ξεκίνησαν όλοι οι φίλοι μαζί να περπατάνε. Αλλά στο δρόμο που πηγαίνανε και στις πόλεις οι άνθρωποι που τα βλέπανε τα σκουπίδια φωνάζανε «δε σας θέλουμε εδώ στην πόλη μας γιατί κάνετε κακό στο περιβάλλον και στην υγεία και κάνετε ρύπανση. Φύγετε μακριά!»

Τότε ο Λάκης Μπουκαλάκης είπε να πάνε από τα χωράφια και εκεί που πηγαίνανε στον αγρό είδανε  κάτι εργοστάσια που είχανε μεγάλες καμινάδες για να καίνε. Τα εργοστάσια τότε αρχίσανε να κυνηγάνε τα σκουπίδια να τα κάψουνε όμως τα σκουπίδια κρυφτήκανε και τα ξεγελάσανε τα εργοστάσια με τις μεγάλες καμινάδες και έτσι γλιτώσανε.

Περπατάγανε κι άλλο και κουραστήκανε γιατί είχε γίνει βράδυ σιγά-σιγά και τότε ήρθανε κάτι τεράστιες σκούπες και τα έβαλαν στο κυνήγι να τα πιάσουνε τα σκουπίδια να τα θάψουνε μέσα βαθιά στο χώμα.

Αλλά ο Λάκης Μπουκαλάκηςπου ήταν πολύ έξυπνος τις κορόιδεψε τις σκούπες και έτσι  γλιτώσανε πάλι. Όλα τα σκουπίδια φωνάζανε                       «ζήτω» που γλιτώσανε.

Την άλλη μέρα φτάσανε σε μια πόλη που δεν  ήτανε σαν τις άλλες. Είδανε πολλά ντενεκεδάκια   και σκισμένα χαρτιά και   γυάλινα μπουκάλια   και πλαστικά  που περιμένανε  έξω από ένα εργοστάσιο.  Ο Λάκης Μπουκαλάκης τα ρώτησε και είπανε ότι εκεί μέσα θα γίνουν καινούρια  και έτσι θα μπορούν να χρησιμοποιηθούν ξανά και ξανά.

Τότε οι φίλοι χαρήκανε πολύ γιατί εκεί θα ζούσανε ευτυχισμένοι χωρίς να κάνουν κακό στο περιβάλλον.

Κι έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα και το περιβάλλον…ακόμα πιο καλύτερα!

 

το παραμύθι έγραψαν τα παιδιά στα πλαίσια των εργαστηρίων δεξιοτήτων και συγκεκριμένα στην ενότητα "φροντίζω το περιβάλλον - ανακύκλωση", το σχ.έτος 2021-2022