Οι φίλοι μας, από το νηπιαγωγείο Χαβαρίου μας έστειλαν εικόνες από παραμύθια που διάβασαν και τους άρεσαν πολύ. Τα διαβάσαμε κι εμείς και μετά τα βάλαμε όλα σε ένα μπολ και τα κάναμε … σαλάτα. Ή καλύτερα… Παραμυθοσαλάτα
Μια φορά κι έναν καιρό ήταν δυο αδέλφια, ο Ορφέας και η Αλίκη. Ζούσαν σε ένα σοκολατένιο σπίτι στην άκρη στο δάσος. Μια μέρα τους είπε η μαμά τους να πάτε στο δάσος να μαζέψουν φράουλες για γλυκό.
Στο δάσος συνάντησαν ένα κοριτσάκι με κόκκινη κάπα. Τη ρώτησαν:
-Πως σε λένε;
-Κοκκινοσκουφίτσα.
Τα παιδιά γέλασαν όταν το άκουσαν.
-Με λένε έτσι γιατί φορώ μια κόκκινη κάπα και κόκκινο σκούφο.
-Που πας; Τη ρώτησαν
-Πάω στη γιαγιά μου φαγητό γιατί είναι άρρωστη.
Είδαν και τον λύκο πίσω από τα δέντρα. Είχε μια μεγάλη γλώσσα! Φοβήθηκαν πολύ και άρχισαν να τρέχουν για να σωθούν.
Καθώς περπάταγαν βρήκαν ένα λαγό κοιμισμένο κάτω από το δέντρο.
-Γιατί κοιμάσαι λαγέ;
-Ξάπλωσα λίγο να ξεκουραστώ.
-Δεν κοιμήθηκες τη νύχτα; Του είπαν τα παιδιά.
-Κοιμήθηκα, αλλά κουράστηκα από το τρέξιμο γιατί κάνουμε αγώνες με τη χελώνα. Έτσι κι αλλιώς, πρώτος θα βγω.
Ξανακοιμήθηκε ο λαγός. Τότε είδαν τη χελώνα που τον πέρασε. Τα παιδιά γελούσαν και συνέχισαν τον δρόμο τους.
Φτάσανε σε μια λίμνη. Βρήκαν ένα παπάκι που έκλαιγε.
-Γιατί κλαίς παπάκι;
-Κανένας δε με θέλει, γιατί είμαι άσχημο.
-Μη στεναχωριέσαι. Σε έχουμε φίλο μας εμείς, του είπαν και τον πήρανε μαζί τους.
Συνέχισαν τον δρόμο τους. Βρήκαν μια πεταμένη ξύλινη κούκλα. Η Αλίκη την μάζεψε από κάτω. Την καθάρισε από τις λάσπες και εκείνη την ώρα η μαριονέτα μίλησε.
-Ευχαριστώ κοριτσάκι.
-Πως μιλάς; Την ρώτησαν.
-Μια νεράιδα με έκανε παιδάκι.
-Πως σε λένε;
-Πινόκιο.
-Πως βρέθηκες στον δρόμο;
-Με έφεραν δυο ληστές και μου πήραν τα λεφτά μου, με πέταξαν κάτω. Θέλω τον μπαμπά μου τον Τζεπέτο. Θα ανησυχεί!
Τα παιδιά πήγαν τον Πινόκιο στον Τζεπέτο που χάρηκε πολύ και τον αγκάλιασε.
-Παιδάκι μου!, του είπε.
Πήγανε και το παπάκι σε μια λίμνη που είχε μεγάλους, όμορφους κύκνους που κολυμπούσαν.
-Θέλεις να μείνεις μαζί μας;
-Θέλω να γίνω σαν εσάς.
Άφησαν εκεί το παπάκι που ήταν πολύ χαρούμενο τώρα.
Γύρισαν στο σπίτι τους.
-Που είναι οι φράουλες; Τα μάλωσε η μαμά τους.
-Δεν φέραμε, αλλά σώσαμε μια κούκλα και βοηθήσαμε ένα παπάκι.
Χάρηκε η μαμά τους.
-Μπράβο σας, είπε και τα αγκάλιασε. Και τα φίλησε.
-Είστε πολύ καλά παιδιά γιατί βοηθάτε αυτούς που έχουν ανάγκη. Σας αγαπώ πολύ:
Κι έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα!
Η παραμυθοσαλάτα δημιουργήθηκε από συγκεκριμένες σκηνές των παραμυθιών «Χάνσελ και Γκρέτελ», «η Κοκκινοσκουφίτσα», «ο λαγός και η χελώνα», «το ασχημόπαπο» και «ο Πινόκιο».